Πέμπτη 23 Απριλίου 2009

Dick Pound: Στα άδυτα των Ολυμπιακών Αγώνων

Ο Dick Pound, μέλος της ΔΟΕ και ιδρυτικό μέλος της WADA, αποτελεί έναν από τους πλέον ευαισθητοποιημένους διεθνείς παράγοντες σε θέματα ντόπιγκ. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται τόσο από τις καίριες παρεμβάσεις του στα θεσμικά όργανα της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, για ανάλογα ζητήματα που προέκυψαν κατά το παρελθόν, όσο και από τα ενδιαφέροντα άρθρα που έχει δημοσιεύσει κατά καιρούς στον διεθνή Τύπο. Το βιβλίο του «Στα άδυτα των Ολυμπιακών Αγώνων» αποτελεί μια διεισδυτική ματιά σε αμφιλεγόμενα γεγονότα και ζητήματα ντόπιγκ που προέκυψαν τα προηγούμενα χρόνια σε Ολυμπιακούς Αγώνες, όπως στο σκάνδαλο των δωροδοκιών του Σόλτ Λέικ Σίτυ, στο φιάσκο των κριτών του καλλιτεχνικού πατινάζ στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 2002, στην τρομοκρατία, στα ανθρώπινα δικαιώματα, στη συμπεριφορά της ΔΟΕ και των αξιωματούχων της και φυσικά, στα σκάνδαλα χρήσης απαγορευμένων ουσιών από τους αθλητές, τις οποίες θεωρεί ως τη μεγαλύτερη πληγή του αθλητισμού.
Όπως είναι εύκολο να σκεφθεί κανείς, μετά τα τελευταία κρούσματα ντόπιγκ στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου - τα οποία δυστυχώς αφορούσαν και Έλληνες αθλητές -, το συγκεκριμένο βιβλίο του Dick Pound είναι περισσότερο επίκαιρο από ποτέ.
Ωστόσο, εμείς θα σταθούμε σε δύο ιδιαίτερα σημαντικά κεφάλαια του βιβλίου, που αναφέρονται στις χορηγίες των μεγάλων εταιρειών και στα τηλεοπτικά δικαιώματα των Αγώνων.
Ανοίγοντας το ζήτημα των χορηγών, ο Dick Pound κάνει μια ιστορική αναδρομή στα δύσκολα πρώτα χρόνια λειτουργίας της ΔΟΕ, όταν η τελευταία δεν είχε άλλες πηγές χρηματοδότησης για τους Αγώνες, παρά μόνο τα χρήματα που πλήρωνε κάθε χώρα για τις εγκαταστάσεις και για τη διοργάνωση των αθλητικών συναντήσεων. Ο Pound αναφέρει ότι μόνο περιστασιακά γίνονταν κάποιες προσφορές από διάφορες εταιρείες της χώρας που φιλοξενούσε τους Αγώνες, καθώς και δωρεές από εύπορους πολίτες. «Μέχρι το 1980 δεν υπήρχε καμία συντονισμένη προσπάθεια να αναπτυχθεί ένας οικονομικός μοχλός υποστήριξης των Αγώνων μέσω του ιδιωτικού τομέα» αναφέρει. Επιτίθεται σφόδρα στον Χουάν Αντόνιο Σάμαρανκ, θεωρώντας ότι το οικονομικό μοντέλο στο οποίο βασιζόταν το ολυμπιακό κίνημα επί των ημερών της Προεδρίας του ήταν «η καλύτερη συνταγή χρεοκοπίας». Μέχρι τη δεκαετία του 1980, τα έσοδα της ΔΟΕ προέρχονταν μόνο από τα τηλεοπτικά δικαιώματα, το 95% των οποίων έδιναν οι ΗΠΑ! Κατά τον Pound, η ανάπτυξη της εμπορικής πολιτικής της ΔΟΕ ξεκίνησε εξαιτίας των επιθετικών κινήσεων μεγάλων διαφημιζόμενων, όπως π.χ της Adidas, κινήσεις που σχεδίαζαν εμπνευσμένα και ικανά στελέχη. Μέσα από τις προτάσεις που δέχονταν η ΔΟΕ από διεθνείς διαφημιζόμενους, συνειδητοποίησε σιγά-σιγά τη δύναμη του προϊόντος «Ολυμπιακοί Αγώνες». Τα υπόλοιπα ήρθαν μόνα τους, παρά τα γραφειοκρατικά και πρακτικά προβλήματα που προέκυπταν κάθε τόσο. Ο Pound περιγράφει όλα όσα διαδραματίστηκαν μεταξύ της ΔΟΕ και των χορηγών από τη στιγμή που ο ίδιος αναμίχθηκε με το τμήμα marketing, με στόχο την δημιουργία ενός ενιαίου και ολοκληρωμένου ολυμπιακού προγράμματος χορηγών. Μιλά για τα προβλήματα, τις αντιδικίες, τις συγκρούσεις των ανθρώπων που χειρίζονταν το project, το οποίο στο τέλος όχι μόνο δημιουργήθηκε – με τον κωδικό TOP -, αλλά ήταν και το πλέον επιτυχημένο στην ιστορία, αφού τα έσοδα της ΔΟΕ ανήλθαν από 95 εκατ. ευρώ τη δεκαετία του 1980 σε περισσότερα από 700 εκατ. δολάρια το 2004.
Περνώντας στην ενότητα για τα τηλεοπτικά δικαιώματα, για άλλη μια φορά ο Pound ξαφνιάζει με τη σκληρή, αλλά μάλλον δίκαιη κριτική του. Κατακρίνει την επιλογή της ΔΟΕ να δώσει τη δεκαετία του 1960 την εκμετάλλευση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων σε άλλους φορείς, χωρίς να διστάζει να αποδώσει ευθύνες σε συγκεκριμένα πρόσωπα, που δεν εκτίμησαν σωστά τη δύναμη της τηλεοπτικής εικόνας. Ο ίδιος, το 1983 ανέλαβε την ευθύνη της διαπραγμάτευσης των τηλεοπτικών δικαιωμάτων των Ολυμπιακών Αγώνων για λογαριασμό της ΔΟΕ, έχοντας την ευκαιρία να εφαρμόσει τη δική του πολιτική, που κατά τον ίδιο απέδωσε αμέσως, από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Άντζελες το 1984. Μια πολιτική όμως που πέρασε «από σαράντα κύματα» , αφού οι άνθρωποι της ΔΟΕ δεν είχαν - πάντα σύμφωνα με τον ίδιο -, ούτε τις δυνατότητες, ούτε τις γνώσεις να καταλαβαίνουν εις βάθος όλα όσα τους πρότεινε. Το συγκεκριμένο κεφάλαιο κλείνει με την περιγραφή σημαντικών στιγμών διαπραγμάτευσης του Pound με εκπροσώπους τηλεοπτικών δικτύων για τα δικαιώματα των Ολυμπιακών Αγώνων. Ανέκδοτες ιστορίες και συμβάντα, εκνευρισμοί, κακές συνεννοήσεις και διαφωνίες συνθέτουν ένα πολύ ενδιαφέρον κεφάλαιο του βιβλίου. Με έναν Pound που χτυπά διαρκώς «το μαχαίρι στην πληγή». Ίσως το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου.
Ο Dick Pound μιλάει ξεκάθαρα, δεν διστάζει να πει πράγματα που ενδέχεται κάποιους να ενοχλήσουν – ή και να εξοργίσουν- αλλά δίνει την εντύπωση ενός ειλικρινούς ανθρώπου που δεν έχει μάθει να αμβλύνει τις απόψεις του. Με την έννοια αυτή, το βιβλίο διαθέτει νευρώδη γραφή, διαβάζεται ευχάριστα και εύκολα και δεν κάνει «κοιλιά» σε κανένα σημείο του. Ο λόγος του Pound είναι απλός αλλά όχι απλοϊκός, μεστός και σχεδόν σκηνοθετικός: «αναγκάζει» τον αναγνώστη να πλάσει εικόνες, να φανταστεί διαλόγους και να «δει» σκηνές σα να πρόκειται για κινηματογραφική ταινία. Το προτείνω ανεπιφύλακτα.

Μια απλή σκέψη περί εφημερίδων...

Η διαχρονική πρόκληση πού λέγεται εφημερίδα είναι το πνευματικό αντίσωμα στην κοινωνία του «καραόκε» πολιτισμού πού επιβάλλεται από αυτούς πού νομίζουν ότι έτσι θα καθορίσουν και θα καθοδηγήσουν τον κόσμο. Έτσι όμως δεν έχουν μαζί τους την σιωπηλή πλειοψηφία των αναγνωστών κάθε ηλικίας που αντιστέκονται, επιμένουν και ελπίζουν, ως ενεργοί πολίτες.
Οι εφημερίδες απευθύνονται σε κοινότητες και όχι σε απρόσωπους αριθμούς. Υπάρχουν καλές και κακές κοινότητες. Εμείς επιλέγουμε που εντασσόμαστε, αλλά και ποιες κοινότητες διαμορφώνουμε. Πιστεύω ότι θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα εργαλείο που να συνδέει την απήχηση του ενημερωμένου πολίτη - αναγνώστη στην κοινωνία της πληροφορίας από τον πολίτη που απλώς ακούει ή βλέπει τις ειδήσεις. Αυτό πιστεύω ότι εγγυάται την αύξηση της πνευματικής διεισδυτικότητας που αθροιστικά μεγιστοποιεί την ανταγωνιστικότητα.
Μαζί, με ένα δεύτερο εργαλείο ως «Πιστοποίηση Έγκυρης Ενημέρωσης» από εφημερίδες άποψης. Ένα εργαλείο που θα πιστοποιεί ότι αυτό που διαβάζω έχει επεξεργασθεί, έχει βασανισθεί, έχει διασταυρωθεί. Δεν αρκεί η πιστοποίηση κυκλοφορίας, χρειάζονται νέα εργαλεία στην εποχή της υπερπληροφόρησης.
Η Ένωση Ιδιοκτητών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών από την άλλη πλευρά, (αλλά και άλλες αντίστοιχες ενώσεις ανά τη χώρα), οφείλει να προετοιμάσει με τη συνεργασία επαγγελματιών του χώρου, σειρά εκδηλώσεων για να εμφυσήσει στους νέους τη σημασία της ανάγνωσης εφημερίδων. Να μοιράσει εφημερίδες πιλοτικά σε γυμνάσια και λύκεια, σε internet καφέ, σε γήπεδα. Προσεγγίστε κύριοι την “generation Google”. Δεν είναι μόνο τι ψάχνεις, αλλά και πως αξιολογείς αυτό που σου σερβίρει άκοπα αυτή, σε Χ sec.